ἐπαποστέλλω

ἐπαποστέλλω
ἐπαπο-στέλλω,
A send after,

γράμματα ἐπαπεστάλη αὐτοῖς Plb.31.2.14

; ἐ. στρατηγὸν ἕτερον send another general after him (to supersede him), Id.6.15.6.
II send to attack, Id.32.5.11;

τινάς τισι Id.2.8.12

;

συκοφάντην ἐπί τινα D.S.12.24

, cf. LXXJb.20.23.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • επαποστέλλω — ἐπαποστέλλω (Α) 1. αποστέλλω κατόπιν, στέλνω μετά από άλλον («ἐπαποστεῑλαι στρατηγὸν ἕτερον», Πολ.) 2. στέλνω εναντίον κάποιου («ἐνίους δ ἐπί τῶν ἀγρῶν... ἐπαποστέλλων ἐδολοφόνησε», Πολ.) …   Dictionary of Greek

  • ἐπαποστέλλω — ἐπί ἀποστέλλω send off aor subj act 1st sg ἐπί ἀποστέλλω send off pres subj act 1st sg ἐπί ἀποστέλλω send off pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ԱՌԱՔԵՄ — (եցի.) NBH 1 0300 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 8c, 10c (ʼի ձայնէս աք. այաք. իբր յոտս հանել.) ἁποστέλλω, ἑξαποστέλλω , ἑπαποστέλλω, πέμπω mitto, dimitto եւն. Դնել զոք ʼի ճանապարհ. արձակել ʼի տեղի ուրուք. յղել զմարդիկ կամ… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”